Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

PostHeaderIcon Ανταπόκριση απο το 50ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης... vol.4


Την Τετάρτη τα πρώτα σημάδια κόπωσης άρχισαν να εμφανίζονται. Η πρώτη ταινία της ημέρας που κατάφερα να πάω ήταν στις τέσσερις – ενώ οι προβολές ξεκινάνε από τις έντεκα(!). επέλεξα να δω άλλη μια ταινία του Βέρνερ Χέρτζογκ, αν και αυτή τη φορά, μάλλον δεν ήταν απόλυτα δική μου η επιλογή απλά δεν βρήκα εισιτήρια για την προβολή που ήθελα. Είδα το «Αίνιγμα του Κάσπαρ Χάουζερ» («Every Man for Himself and God Against All»), μία ταινία εποχής που αν και δεν με εντυπωσίασε με έβαλε σε προβληματισμό. Καταρχήν θέλω να πω πως ο Πάρκ ΤσανΓουκ σίγουρα είχε δει αυτή την ταινία πριν γράψει το “Old Boy”. Ο Κάσπαρ έχει γεννηθεί και μεγαλώσει αιχμαλωτισμένος μέσα σε ένα μπουντρούμι. Δεν έχει δει ποτέ του άλλο άνθρωπο, δεν έχει βγει ποτέ από εκεί, δεν ξέρει να μιλάει και καλά- καλά δεν ξέρει να περπατάει. Όπως είναι ανεξήγητος ο λόγος που συμβαίνει αυτό στον Κάσπαρ, το ίδιο ανεξήγητος είναι και ο λόγος που τον απελευθερώνουν και τον αφήνουν σε ένα κοντινό χωριό για να τον περιθάλψουν οι κάτοικοι. Ο Κάσπαρ με τη βοήθεια του δόκτωρ Ντάουμερ θα μάθει και να μιλάει και να γράφει αλλά δεν θα μπορέσει ποτέ και ο ίδιος να δώσει εξήγηση σε αυτό που του συνέβη. Ώσπου μια μέρα, για έναν ανεξήγητο και πάλι λόγο, θα αρχίσουν οι απόπειρες δολοφονίας του Κάσπαρ. Μέχρι που ο Χέρτζογκ θα μας βγάλει από τα διλήμματα στο φινάλε της ταινίας με έναν αρκετά γλαφυρό τρόπο. Δυστυχώς η ταινία διαρκεί πάρα πολύ ώρα με αποτέλεσμα ο θεατής να χάνει τον οποιοδήποτε ενθουσιασμό του έχει προκαλέσει.
Η δεύτερη ταινία της ημέρας ήταν του άλλου μεγάλου τιμώμενου προσώπου του Φεστιβάλ, του Σέρβου Γκόραν Πασκάλιεβιτς. «Επίγειες Μέρες που Γοργά Κυλούν» («These Earthly Days Go Rolling By») του 1979 με πρωταγωνιστή τον Καπετάν Βούκοτιτς, ο οποίος έχει αποσυρθεί πλέον από τις θάλασσες και αποφασίζει να βρει καταφύγιο σε ένα παραθαλάσσιο γηροκομείο. Εκεί θα συναντήσει διάφορους χαρακτήρες ηλικιωμένων ανθρώπων, με ποιο αλλόκοτο όλων τον κύριο που μοιράζονται το δωμάτιό τους. Θα τους πείσει να κάνουν μια μεγάλη πρωτοχρονιάτικη γιορτή και θα δώσει ζωντάνια σε ανθρώπους που σπάνια την βρίσκουν πλέον. Είναι η «Φωλιά Του Κούκου» γυρισμένη όμως σε γηροκομείο!






Στις δώδεκα το βράδυ, στην αίθουσα του Ολύμπιον, για μία μόνο προβολή, είχε την νέα ταινία του Πάρκ ΤσανΓουκ «Δίψα» («Thirst»). Από τις εντεκάμιση ο χώρος αναμονής του κινηματογράφου είχε γεμίσει και η ουρά απλωνόταν προς τα έξω. Ένιωσα ότι ζω την Τελετή Έναρξης (την οποία είχα χάσει). Μόλις άνοιξαν οι πόρτες ο κόσμος άρχισε να συρρέει μέσα και είμαι σίγουρος ότι για άλλη μια φορά, άνθρωποι που είχαν φροντίσει να αγοράσουν εισιτήριο δεν θα βρήκαν να κάτσουν (εάν κατάφεραν να μπουν). Πραγματικά δεν θέλω να γράψω πολλά σχόλια για αυτήν την ταινία. Είναι σε αυτό το είδος ταινιών που όσο λιγότερα ξέρεις τόσο περισσότερο θα την ευχαριστηθείς. Απλά να πω πολύ γενικά ότι έχει να κάνει με βαμπίρ. Εχθές μόλις είδα το «Λίβανος» και έγραφα ότι είναι η καλύτερη ταινία που έχω δει στο φεστιβάλ, όχι πια. Η «Δίψα» του Παρκ είναι πιθανόν η καλύτερη ταινία της χρονιάς. Βέβαια δεν απευθύνεται σε όλους. Εάν είσαι φαν του «Άσε το καλό να μπει» («Let the Right One In») – προσωπικά βαρέθηκα μέχρι αηδίας- πιθανών να μην ενθουσιαστείς με την «Δίψα». Ο Παρκ απογείωσε την θεματολογία «Βαμπίρ / Βρικόλακες» σε άλλο επίπεδο και για άλλη μια φορά έδειξε ότι η πορεία του σύγχρονου σινεμά είναι μία, ο Ασιατικός Κινηματογράφος. Η ταινία του είναι τόσο έξυπνη που και δέκα χρόνια αργότερα να την δει κάποιος για πρώτη φορά, ο ενθουσιασμός του θα είναι ο ίδιος με τον δικό μου σημερινό ενθουσιασμό. Αντάξια μόνο του «Old Boy».

Γιώργος Καλαποθαράκος

website

Listen (via e-radio)

Αρχειοθήκη ιστολογίου