Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

PostHeaderIcon Παραλογιστικό γραφείο


Ο πρωινός αέρας, δροσερός και με τη μυρωδιά της νύχτας ακόμη στην ανάσα του, γλιστρούσε πάνω στο πρόσωπο του Λογιστή διώχνοντας από τα βλέφαρα του τα τελευταία κομμάτια ύπνου που είχαν σκαλώσει εκεί. Περπατώντας μηχανικά, όπως κάθε πρωί, κατευθυνόταν προς το γραφείο του σε ένα τσιμεντένιο κτήριο στο κέντρο μιας τσιμεντένιας πολυκατοικίας. Αν κάθε φορά που έκανε τη διαδρομή από το σπίτι στη δουλειά και αντίστροφα άφηνε πίσω του, σαν σαλιγκάρι ας πούμε, ένα κόκκινο ίχνος, σήμερα, 35 χρόνια εργασίας μετά (μείον σαββατοκύριακα, άδειες και επίσημες αργίες), αυτό που θα βλέπαμε στο δρόμο θα ήταν μια μοναδική γραμμή κόκκινου λογιστικού σάλιου. Μια γραμμή που θα μπορούσε άνετα να ανήκει σε ένα από τα βιβλία που με θρησκευτική ευλάβεια τηρούσε και έκλεινε με αξιοσημείωτη ακρίβεια στο τέλος κάθε μήνα, συμφωνώντας πάντα τα νούμερα με τα νούμερα και τις καταστάσεις με άλλες καταστάσεις. Με σταθερό βήμα έφτασε στην παλιά πέτρινη γέφυρα και ξεκίνησε να τη διασχίζει περνώντας πάνω από το ποτάμι , το όνομα του οποίου ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει. Κάπου στη μέση της γέφυρας, εντελώς ξαφνικά, ένιωσε στο στήθος έναν έντονο πόνο που απλώθηκε με ταχύτητα κεραυνού στους ώμους και τα χέρια του, μουδιάζοντας το σαγόνι του και κόβοντας του την αναπνοή. Με λυγισμένα γόνατα, παραπατώντας, πλησίασε και στηρίχτηκε στην κουπαστή της γέφυρας, προσπαθώντας να επαναφέρει την άνασσα του στον φυσιολογικό της ρυθμό. Γέρνοντας πάνω από το ήρεμο νερό είδε να αντανακλάται εκεί το πρόσωπο του παραμορφωμένο από μια έκφραση που ισορροπούσε μεταξύ πόνου και τρόμου. Οι ρυτίδες στο πρόσωπο του άρχισαν να μπλέκονται με τις αδιόρατες ρυτίδες στην επιφάνεια του νερού και τη στιγμή που ασυναίσθητα ξεκίνησε να μετρά αυλάκια στο μέτωπο του, έχασε τις αισθήσεις του.


Όταν άνοιξε τα μάτια του βρισκόταν στο τιμόνι μιας Ford του 1956 χρώματος φυστικί, παρκαρισμένης στο κέντρο ενός τεράστιου λιβαδιού γεμάτου με μικρά κίτρινα λουλούδια. Αν και ο Ήλιος δεν φαινόταν πουθενά, όλα ήταν λουσμένα στο φως. Στο βάθος του ορίζοντα, το κίτρινο της γης ενώνονταν με το γαλάζιο ενός ουρανού τόσου γυμνού από σύννεφα που θα πρεπε να ντρέπεται. Έμεινε για μερικά λεπτά μέσα στην απόλυτη σιωπή του τοπίου, με τα χέρια γαντζωμένα στο τιμόνι, να κοιτάζει έξω από το παρμπρίζ, με τη ζώνη ασφαλείας φορεμένη, προσπαθώντας να καταλάβει τι είχε συμβεί. Κοιτάζοντας τα ρούχα του σχεδόν τρόμαξε. Φορούσε χαβανέζικες βερμούδες με κυρίαρχα χρώματα το κόκκινο και το ροζ σε λευκό φόντο, πορτοκαλί πλαστικες σαγιονάρες στα πόδια, μαύρο επίσημο σακάκι με 3 κουμπιά, λευκό πουκάμισο και μια μαύρη γραβάτα διάστικτη με καλοσχηματισμένα κίτρινα άνθη στο μέγεθος πινέζας. Ενστικτωδώς έψαξε τις τσέπες του σακακιού και στην μέσα δεξιά τσέπη δεν βρήκε τίποτα. Αυτό του φάνηκε περίεργο, επειδή τη μέσα δεξιά τσέπη του σακακιού του, όντως, δεν τη χρησιμοποιούσε ποτέ. Θα μπορούσε άραγε να σημαίνει αυτό ότι και τα υπόλοιπα, όντως συνέβαιναν; Λύνοντας τη ζώνη ασφαλείας τεντώθηκε και άνοιξε το ντουλαπάκι μπροστά στην άδεια θέση του συνοδηγού. Από μέσα έβγαλε ένα πλαστικό κουτί στο μέγεθος, το σχήμα και το χρώμα ροδάκινου, με συνθετικό χνούδι κολλημένο πάνω του. Το κούνησε κοντά στο αυτί του και στη συνέχεια το άνοιξε για να ανακαλύψει ότι περιείχε ένα γυαλιστερό κλειδί αυτοκινήτου. Αφού στριφογύρισε το κλειδί στα δάκτυλα του 5-6 φορές, το έβαλε στη μίζα της Ford, πήρε μια βαθειά ανάσα και το γύρισε. Αντί για ήχο μηχανής που μουγκρίζει καθώς παίρνει μπρος άκουσε κάτι σαν ξεκλείδωμα και αμέσως το καπό του αυτοκινήτου άνοιξε και τινάχτηκε προς τα πάνω, μένοντας έτσι ανοιχτό σαν νεοσσός που περιμένει να τον ταΐσουν.


Διστακτικά, ο Λογιστής κατέβηκε από το φυστικί όχημα και με τα χέρια στη μέση έκανε μια περιστροφή γύρω από τον εαυτό του. Το τοπίο ήταν μονότονο και κίτρινο, τέλειο σαν ψηφιακό wallpaper σε επιφάνεια εργασίας ηλεκτρονικού υπολογιστή. Πουθενά ίχνη από λάστιχα αυτοκινήτου που θα κατέληγαν στη Ford. Mε τα κίτρινα μικρά λουλούδια να του γαργαλούν τα πόδια κατευθύνθηκε στο μπροστά μέρος του αυτοκινήτου για να ρίξει μια ματιά στο εσωτερικό του ανοιχτού καπό. Εκεί τον περίεμενε μια νέα έκπληξη,καθώς αντί για εξαρτήματα μηχανής, καλώδια και σωλήνες είδε να ξεκινούν, από το ύψος του προφυλακτήρα περίπου, πέτρινες σκάλες που, όσο κατέβαιναν, χάνονταν στο σκοτάδι. Χωρίς να σκέφτεται τίποτα πια, πάτησε στον μεταλλικό προφυλακτήρα και μπήκε στο εσωτερικό του αμαξιού, με τα πόδια πια στα πέτρινα σκαλοπάτια. Ξαφνικά, η σκάλα άρχισε να κινείται με μεγάλη ταχύτητα προς τα κάτω σαν να επρόκειτο για κλίμακα σε σούπερ μάρκετ. Κρατώντας την ισορροπία του και μετά από 15 λεπτά καθόδου περίπου, προσγειώθηκε στην αρχή ενός είδους τούνελ σε όλο το μήκος του του οποίου κινούταν και ξεμάκραινε ένας κυλιόμενος διάδρομος. Το τούνελ έμοιαζε σκαμμένο στη γη και φωτιζόταν από κάποιου είδους λευκά φωσφορίζοντα πετρώματα στα τοιχώματα του. Πήδηξε πάνω στον κυλιόμενο διάδρομο. Όσο κινούνταν, η λάμψη γινόταν πιο έντονη και η ανυπομονησία του μεγαλύτερη, παρόλο που δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι μπορούσε να βρίσκεται στην άλλη άκρη.


Για λίγο έχασε την αίσθηση του χρόνου και αφέθηκε υπνωτισμένος στο λευκό φως γύρω του, για να συνέλθει λίγο πριν φτάσει στο τέλος του τούνελ. Ο διάδρομος τον οδήγησε και τον άφησε μπροστά σε μια κλειστή ξύλινη πόρτα. Χτύπησε δυο φορές και μετά γύρισε το χερούλι και μπήκε μέσα σε ένα δωμάτιο, ακριβές αντίγραφο του λογιστικού του γραφείου. Άφησε την πόρτα να κλείσει πίσω του. Όλα ήταν όπως τα είχε αφήσει την προηγούμενη, όταν έφυγε για να πάει σπίτι. Προχώρησε σαστισμένος και κάθισε στην καρέκλα. Στην δική του καρέκλα! Ούτε ίχνος από χαρτί δεν υπήρχε πάνω στο παμάλαιο μαονένιο γραφείο. Τράβηξε τα συρτάρια και τα βρήκε τελείως άδεια. Τινάχτηκε πάνω και έτρεξε στις ντουλάπες γύρω του. Άδειες και αυτές! Το ρολόι πάνω από την πόρτα έδειχνε 8, την ώρα που έφτανε συνήθως στο γραφείο. Έμεινε ακίνητος για αρκετή ώρα να παρατηρεί το ρολόι που έδειχνε πάντα 8. Άρχισε να πανικοβάλλεται. Πήγε στο παράθυρο και από κεί είδε ένα απέραντο κίτρινο λιβάδι με μια παλιά Ford παρκαρισμένη στο κέντρο του. Στο τιμόνι μπορούσε να διακρίνει μια φιγούρα που έμοιαζε με τη δική του. Τινάχτηκε να ανοίξει την πόρτα μα την βρήκε κλειδωμένη. Το παράθυρο ήταν επίσης μαγκωμένο. Προσπάθησε να σπάσει το τζάμι με έναν πυροσβεστήρα άλλα ήταν σαν να χτυπάει γρανίτη με μια γομολάστιχα.


Αποκαμωμένος επέστρεψε και κάθισε πάλι στην καρέκλα του γραφείου. Στήριξε το κεφάλι του στο δεξί χέρι και φέρνοντας στη μνήμη του όλα όσα συνέβησαν νωρίτερα κατέληγε ξανά και ξανά σε μία μόνο λογική εξήγηση. Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο δίπλα του. Τρομαγμένος τσακίστηκε να το σηκώσει. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν μια ζεστή φωνή που τον καλημέρισε και του ζήτησε να ηρεμήσει επειδή «όλα είχαν τελειώσει». Ο Λογιστής άρχισε να κλαίει με λυγμούς. «Είμαι νεκρός;» ψέλλισε την ερώτηση τρέμοντας. Η φωνή από την άλλη μεριά, μετά από μια παύση 5 δευτερολέπτων, κατά την οποία ίσως χαμογέλασε, με απόλυτη νηφαλιότητα του απαντήσει; «Νεκρός ήσουν μια ζωή. Τώρα, απλώς είσαι και άνεργος». Έπειτα, η γραμμή διακόπηκε και όλα βυθίστηκαν στην αιώνια σιωπή.


Πάνω στο γεφυράκι, ένα γκρι σαλιγκάρι κινούνταν αργά πάνω στο ψημένο από τον χρόνο και τον ήλιο πέτρα, κουβαλώντας την γλοιώδη του ύπαρξη παραπέρα. Κοιτάζοντας από ψηλά, αλλά όχι και πολύ ψηλά, θα μπορούσε κανείς να δει το γυαλιστερό του ίχνος να σχηματίζει δυο λέξεις: Deja Voodoo


Achilles

PostHeaderIcon 9 Vitamins & a party



Σάββατο στις 20 Νοέμβριου και o γνωστός χώρος στην οδό Αγησιλάου που φιλοξενεί το screening room, το Nixon και το Belafonte, θα πλημμυρίσει με ηλεκτρονικές & ακουστικές μελωδίες. Καλλιτέχνες από την Ελλάδα αλλά και άλλα μέρη του κόσμου μας γεμίζουν μουσικά συναισθήματα
Στο screening room παρουσιάζεται για 1η φορά στην Ελλάδα ο Ισλανδός Ruxpin, ο οποίος ταρακούνησε τα νερά της ηλεκτρονικής μουσικής με το περσινό του album «where do we float from here». Στον ίδιο χώρο θα βρίσκεται ο Absent Without Leave -κατά κόσμο Γιώργος Μαστροκώστας- ένας μουσικός με δεκάδες κυκλοφορίες και συνεργασίες με τα μεγαλύτερα ονόματα του εξωτερικού στο χώρο του electronica, showgaze και ambient μουσικής. Πιο πρόσφατη δουλεία του το «faded photographs» που κυκλοφόρησε στις 25 Οκτωβρίου από τη sound of silence. Τη βραδιά στο μοναδικό downtown screening room πλαισιώνουν επίσης ο Chronik ( με το ντεμπούτο άλμπουμ του «I’m a Tree» που κυκλοφόρησε στην ανεξάρτητη Variables). Επίσης ο Aris Forvitinn που θα μας παρουσιάσει ένα audiovisual set με video και μουσική που κυμαίνεται από experimental techno, electronica μέχρι και pop. Τέλος ο κιθαρίστας και συνθέτης Mιχάλης Μοσχούτης aka Kerkville (τον Οκτώβριο του 2010 κυκλοφόρησε ο πρώτος του δίσκος "Days" από την Triple Bath) δημιουργεί ένα ξεχωριστό κόσμο από ήχους και αρμονίες χρησιμοποιώντας μόνο κιθάρες (κλασική, ακουστική, lap steel, pedal steel).
Η πόρτα του screening room κλείνει πίσω σας, και στο bar του Nixon οι παραγωγοί του trip radio αναλαμβάνουν να φτάσουν στα αυτιά σας οι πιο φρέσκες και ωραίες μουσικές της φετινής χρονιάς αλλά και παλιότερα αγαπημένα τραγούδια. Ταυτόχρονα μπορείτε να απολαύσετε την έκθεση τέχνης και φωτογραφίας με τίτλο «Music Αs A Trip» με εκθέματα των καλλιτεχνών που συμμετέχουν και όχι μόνο.

Λίγα βήματα παρακάτω στο Bellafonte σας ταξιδεύουν από νωρίς μελωδίες από την Αθήνα μέχρι τη Βαρκελώνη. Από εκεί έρχεται για πρώτη φορά στη χώρα μας η κολομβιανής καταγωγής Lucrecia Dalt για να παρουσιάσει από κοντά το εκπληκτικό «Congost» αλλά και παλιότερες δουλειές της. Μαζί και οι Playground Noise, η μπάντα που το Φεβρουάριο του 2010 κυκλοφόρησε το ομώνυμο ντεμπούτο album της από την Inner Ear αποσπώντας πολύ θετικές κριτικές από τον μουσικό τύπο. Πρόσφατα οι Playground Noise εμφανίστηκαν στο Gagarin μαζί με τους Electric Litany αλλά και στην Πάτρα όπου και έκαναν support στον Sivert Hoyem. Για πρώτη φόρα αναλαμβάνουν να μας τραγουδήσουν το υλικό τους ακουστικά. Νωρίτερα το χώρο θα πλημμυρίσουν οι πειραματικοί αυτοσχεδιασμοί των A Thousand Beautifull Women και το ολόφρεσκο υλικό των Vinyl Suicide σε μια από τις πρώτες τους live εμφανίσεις!
Μετά το πέρας των συναυλιών ακολουθεί party και στα decks ανεβαίνουν οι Aeon Flux και Miss Athenes !

Ώρα έναρξης: 20.00
Είσοδος ελεύθερη
Nixon, Αγησιλάου 61Β Κεραμικός


www.tripradio.gr
info@tripradio.gr
Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

PostHeaderIcon And The Fight Continues...

Θυμάστε την εκπομπή Fight Club που είχε πραγματοποιήθει στις 22.10.2010 μεταξύ εμού και του μουσιού Alexgone (UnfaithFool)..Πρίν από μερικές μέρες δημιουργήθηκε μια διαμάχη πάλι μεταξύ μας, που αυτή τη φορά αφορούσε ένα mash up του Phil RetroSpector (White Whispers) Winona-White Room, George Michael-Careless Whisper.Το έβαλα σε μια εκπομπή που άκουγαν (εντελώς συμπτωματικά :P) και τα ωραία ρόζ (δαγκώμενα από κουνούπια) αυτία του κυρίου Αλέξη.Και εκεί ξεκίνησαν πάλι όλα με την αμφισβήτηση της φωνής (μα τι αντιρρήσιας αυτό το παιδί) στο Careless Whisper στο mash up (Μουσικός πουρές). Ξεκίνησαν τα σχόλια του τύπου "Αν αυτός είναι ο George, εγώ είμαι ________(συμπληρώστε το κενό κατα βούληση)". Σήμερα το πρωί και επειδή φυσικά είμαι ανοιχτόμυαλος kind of person, έβαλα να ακούσω προσεχτικά ξανά το song.Και οι αμφιβολίες άρχισαν να με ζώνουν οσάν φίδια.Άρχισα να ψάχνω άλλα κομμάτια από τον ίδιο καλλιτέχνη για να ακούσω τη φωνή του και να συγκρίνω, και έπεσα πάνω σε αυτό : Phil RetroSpector - Bluebird Blackout .Και ήθελα φυσικά να το μοιραστώ με όσους περισσότερους μπορούσα..Άκουσέ το, θα χάσεις αν δεν..Είναι μια ευγενική προσφορά και πρόταση της ημέρας και όχι μόνο.
Εν κατακλείδι, δε ξέρω ακόμα αν παραδέχομαι ότι στο mash up δεν είναι η φωνή του George Michael πρέπει να είμαι σίγουρη 101% και να κρατήσω σε αγωνία τον συνάδελφο..

Music Did Save My Soul, c'mon and save yours!
DeadactiveKoudouna (a.k.a Anna Konda)


Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010

PostHeaderIcon GAD: Στη rock λεωφόρο διαμέσου της ηλεκτρονικής παρακάμψεως..


Ένα ακόμα ροκ συγκρότημα που εκπλήσσεσαι όταν μαθαίνεις ότι αποτελείται από Έλληνες. Δεν είναι απλά ότι το ύφος της μουσικής τους δεν χαρακτηρίζεται από κανένα ελληνικό στοιχείο, η παραγωγή τους είναι πολύ προσεκτική και επαγγελματική με αποτέλεσμα να μην(αυτό) περιορίζεται εντός των ελληνικών συνόρων. Η βαθιά φωνή του Ηρακλή Αναστασιάδη σε συνδυασμό με το σκοτεινό ηλεκτρονικό rock σου δημιουργούν την αίσθηση ότι ακούς μια μπάντα αποτελούμενη από μέλη των Mudhoney και των Depeche Mode! Ο δεύτερος δίσκος τους «Perfect Crime» κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2010 και απέσπασε πολύ καλές κριτικές, ενώ το ομώνυμο κομμάτι προορίζεται να γίνει το νέο χιτάκι που θα παίζουν συχνά οι ραδιοσταθμοί rock ρεπερτορίου.

Το 2004 ο Ηρακλής Αναστασιάδης και ο Κώστας Αντωνιάδης αποφάσισαν να φτιάξουν μαζί ένα ηλεκτρονικό κομμάτι, μέσα από αυτή τη συνεργασία κατάλαβαν ότι ταιριάζουν μουσικά και θέλησαν να την επεκτείνουν. Το 2005 λοιπόν σχηματίζονται οι GAD (Generalized Anxiety Disorder) και αρχίζουν να παίζουν σε διάφορες σκηνές. Το 2007 ο πρώτος τους δίσκος «System May Fall» είναι πραγματικότητα και στη μπάντα, πέραν από τον Αντώνη Αντωνιάδη και τον Σπύρο Παπακώτση, προστίθεται και ο Μιχάλης Σεμερτζόγλου. Το «The End Of The Road» γίνεται ραδιοφωνική επιτυχία και μαζί με το γεγονός ότι καταφέρνουν να κάνουν αρκετές ζωντανές εμφανίσεις (συμπεριλαμβανομένης και αυτής μαζί με τους Nouvelle Vague και Chicane) έκαναν τον κόσμο να τους μάθει σύντομα.

Στο καινούργιο album τους συνεργάζονται με τον Κωνσταντίνο Β (είχαν εκφράσει την επιθυμία για μια τέτοια συνεργασία πολύ καιρό πριν) στο κομμάτι «Over The Moon» το οποίο προέκυψε λίγο πιο ηλεκτρονικό από τα υπόλοιπα τους αλλά ταυτόχρονα θυμίζει έντονα τους Puressence. Το «Waves» είναι η μεγαλύτερη ραδιοφωνική επιτυχία του δίσκου, κομμάτι που δεν βγαίνει εύκολα από ελληνικό ροκ συγκρότημα, πλούσιο σε συναίσθημα και ταξιδιάρικο. Το βίντεο του τους δείχνει να περιπλανώνται στο διάστημα τραγουδώντας I love you just the way you are…

Οι GAD είναι μια εναλλακτική μπάντα που όμως κατάφερε να κάνει επιτυχία στον χώρο της όχι επειδή παρουσιάζει κάτι καινοτόμο αλλά επειδή τα μέλη της είναι συνεπείς με τη μουσική που διάλεξαν να ακολουθήσουν, την υπηρετούν πιστά και φαίνεται μάλιστα ότι το κάνουν και με πολλή αγάπη. Νοσταλγικές σύγχρονες φθινοπωρινές μπαλάντες με δικαιολογημένα μεγάλη απήχηση στο νεανικό κοινό από ένα γκρουπ που αποδεικνύει ότι, πέραν από βολονταρισμούς και μεγαλοστομίες περί «μεγάλων και σπάνιων ικανοτήτων των Ελλήνων» - στις οποίες είναι επιρρεπείς τόσοι και τόσοι, από όλους τους επαγγελματικούς χώρους μα και άπαντες τους τομείς της δημοσίας ζωής, του συνόλου του πολιτικού φάσματος μηδέ εξαιρουμένου - πολλές φορές είναι αρκετό για να έχουμε κάτι αποτελεσματικό ως προς τον σκοπό του μα και καλό το να μπορούμε να παίξουμε με αξιοπρέπεια μα και αξιώσεις τους...«αλλόφυλους» στο κατά περίπτωση γήπεδο τους..

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΛΑΠΟΘΑΡΑΚΟΣ

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

PostHeaderIcon H Εκτέλεση


Σ’ ένα τυπικό χωριό στα χρόνια του οικονομικού μεσαίωνα η ηλεκτρική καρέκλα είχε στηθεί και πάλι στην πάνω πλευρά της πλατείας, έξω από την κεντρική πόρτα του διοικητηρίου Ο στιλπνός μεταλλικός σκελετός της, αντανακλούσε περήφανα το φως του μεσημεριού σε μια απόπειρα να κρύψει τη σκουριά που τον κατέτρωγε ανά σημεία και οξείδωνε το στιβαρό του παρουσιαστικό. Η πόρτα του διοικητηρίου ορθάνοιχτη, καθώς ένας υπάλληλος μπαινόβγαινε νευρικά για να ρυθμίσει τις τελευταίες τεχνικές λεπτομέρειες και να απομακρύνει κάθε τόσο τα περιστέρια που περιτριγύριζαν το όργανο της εκτέλεσης. Στο μπαλκόνι του διοικητηρίου, ακριβώς πάνω από την κεντρική πόρτα, ένας δεύτερος υπάλληλος, υπεύθυνος για την ηλεκτρολογική εγκατάσταση, ξετύλιγε το καλώδιο που συνέδεε τον πίνακα ελέγχου, τοποθετημένο στον εξωτερικό τοίχο δεξιά από τη μπαλκονόπορτα, με την υποδοχή στο μετασχηματιστή της καρέκλας.

Τα μεγάφωνα στερεωμένα σε κολώνες φωτισμού στις τέσσερις γωνίες της πλατείας μετέδιδαν ανά τρία λεπτά, το ίδιο βραχνό μήνυμα, υπαγορευμένο χωρίς παύσεις, σε τόνο προσταγής: «παρακαλούνται όλοι οι πολίτες να μεταβούν στην κεντρική πλατεία τη δωδεκάτη μεσημβρινή». Ακριβώς στις 12, χωρίς δευτερόλεπτο καθυστέρησης και ενώ οι κάτοικοι, άρχισαν να συρρέουν σιωπηλοί προς το κέντρο της πλατείας από διάφορες κατευθύνσεις, το μήνυμα στα μεγάφωνα έγινε λίγο πιο μακροσκελές, με την ένταση της φωνής του εκφωνητή να κλιμακώνεται: «Τίθεται σε εφαρμογή η διαδικασία εκτέλεσης της υπ. αριθμ. 34528 απόφασης του ανώτατου πολιτιστικού δικαστηρίου της χώρας, σύμφωνα με την οποία ο πολίτης Χ. Τ. του Β., είκοσι ετών, κρίνεται ένοχος για το αδίκημα της κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας και καταδικάζεται εις θάνατον.»

Με τον ήχο στα μεγάφωνα να μικροφωνίζει στις τρεις τελευταίες συλλαβές (θα – να – τον), σούσουρο από ψίθυρους απορίας και έκπληξης ξέσπασε ανάμεσα στο πλήθος, αφού μόλις τότε γινόταν γνωστό το όνομα του θανατοποινίτη συγχωριανού τους. Η σύλληψη βέβαια του Χ., την ημέρα της κηδείας του πατέρα του περίπου τέσσερις μήνες πριν, και η δίκη που ακολούθησε θεωρήθηκαν υπόθεση ρουτίνας, με τη στέρηση «διαδικτυακών δικαιωμάτων» για κάποιο διάστημα να θεωρείται σχεδόν βέβαιη. Κανείς όμως δεν ανέμενε την εσχάτη των ποινών, η οποία μέχρι τότε επιβαλλόταν από το «ανώτατο οικονομικό δικαστήριο» (ένα συμβούλιο αποτελούμενο από εκπροσώπους πολυεθνικών), σχεδόν αποκλειστικά σε κατηγορούμενους για φορολογικά και οικονομικά εγκλήματα, και ειδικότερα για διαβαθμισμένες παραβάσεις που εντόπιζαν και κατηγοριοποιούσαν οι εταιρείες «συλλογής φόρων».

Ο νόμος «περί προϊόντων της διάνοιας» είχε εκδοθεί από την «νομοθετική εταιρεία» τρία χρόνια νωρίτερα και αφορούσε κυρίως αδικήματα που σχετίζονταν με πνευματικά δικαιώματα και ειδικά τη δωρεάν διακίνηση έργων τέχνης ή αντιγράφων τους μέσω του διαδικτύου. Απαγόρευε με λίγα λόγια το downloading και τη λειτουργία ιστοσελίδων κοινής χρήσης βίντεο και μουσικής, θεσπίζοντας πρωτάκουστες μέχρι τότε ποινές, από τη στέρηση «διαδικτυακών δικαιωμάτων» μέχρι και την υπαγωγή των υπότροπων στον αυστηρότατο νόμο περί «φορολογικών παραβάσεων». Συνεχείς προσθήκες όμως στον αρχικό νόμο, δημιούργησαν σταδιακά ένα πολύ αυστηρότερο πλαίσιο απαγορεύσεων, στοχευμένο στη μουσική.

Οι σποραδικές αντιδράσεις και διαμαρτυρίες από μικρή μερίδα ρομαντικών μουσικόφιλων ανά την υφήλιο δεν βρήκαν έρεισμα στη μαστιζόμενη από την οικονομική ανισότητα και τα βιοποριστικά προβλήματα κοινωνία και σιώπησαν μυστηριωδώς. Σύντομα, απαγορεύτηκε κάθε δημόσια αναπαραγωγή μουσικής είτε ζωντανά είτε μέσω μηχανημάτων αναπαραγωγής της, χωρίς την αδειοδότηση κάποιας από τις εταιρείες «διανομής μουσικών έργων» (ο όρος δισκογραφική είχε ατονήσει καιρό). Τέτοιου είδους αδειοδότηση εξασφάλισαν επιλεγμένα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας (τρεις τηλεοπτικοί και πέντε ραδιοφωνικοί σταθμοί παγκόσμιας και διαδικτυακής εμβέλειας), τα κεντρικά πολυκαταστήματα, τα μεγάλα club μαζικής διασκέδασης και ειδικά σε μια μικρή περιφέρεια στη νοτιοανατολική Μεσόγειο οι μεγάλες πίστες (γνωστές και ως μπουζούκια), η οποία σημειωτέον επιλέχθηκε για την πρώτη πειραματική εφαρμογή του περίφημου πειράματος «οικονομικής και κοινωνικής προσαρμογής», γύρω στο 2010.

Οι εταιρείες «διανομής μουσικών έργων» με τη βοήθεια των εταιρειών «προστασίας του πολίτη» εφάρμοσαν με άτεγκτο δυναμισμό τον συνεχώς ανανεώσιμο νόμο. Προχώρησαν ακόμα και σε μαζικές κατασχέσεις αγορασμένων δίσκων βινυλίου και CD, με τη δικαιολογία ότι η εξουσιοδότηση των παλιών δισκογραφικών εταιρειών δεν είχε πλέον ισχύ. Λίγους μήνες μάλιστα πριν, ως παραβάτες άρχισαν να διώκονται ακόμα και άνθρωποι που τραγουδούσαν στο δρόμο ή παρουσία τριών ατόμων και άνω, ακόμα και εντός της οικίας τους. Αυτό ήταν και το ασυγχώρητο ατόπημα του Χ. Λίγα λεπτά αφού εμπιστεύτηκε στην αγκαλιά του χώματος τον νεκρό από ασιτία πατέρα του και δεχόμενος τα συλλυπητήρια των συγχωριανών του, ξέσπασε με όλη τη δύναμη των πνευμόνων του σ’ έναν θηριώδη, μακρόσυρτο βρυχηθμό, με το κεφάλι στραμμένο στον ουρανό και καθώς δύο αλμυρά ρυάκια άρχισαν να κυλούν στα μάγουλά του, οι φωνητικές του χορδές λες και έγιναν βελούδινες κι ένας υπέροχος αμανές που κατέληξε στη μελωδική επανάληψη μιας υβριστικής για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα φράσης, σκέπασε την κατάπληξη των παρευρισκόμενων στην κηδεία.

Στη δίκη που ακολούθησε, ο Χ. ισχυρίστηκε ότι το τραγούδι ήταν δικής του έμπνευσης. Η πολιτική αγωγή όμως, εκπρόσωπος μιας από τις εταιρείες στην ουσία, παρέθεσε τουλάχιστον εκατόν δεκαπέντε δείγματα συνθέσεων, η μελωδία των οποίων ήταν κοινή, το ελάχιστο κατά πέντε συνεχόμενες νότες, με το τραγούδι του κατηγορούμενου. Στην υβριστική φράση του τραγουδιού δεν έγινε καμία μνεία. Όταν ανακοινώθηκε η απόφαση, που ως γνωστό τον έκρινε ένοχο, ο Χ. ουρλιάζοντας εκστασιασμένος θύμισε στο ακροατήριο πολύ γνωστό άσμα της κλασσικής ροκ του ’70. Τότε οι δικαστές, με τη σύμφωνη γνώμη της πολιτικής αγωγής ανέβαλλαν την ανακοίνωση της ποινής για επόμενη συνεδρίαση.

Η συνεδρίαση έλαβε χώρα την προηγούμενη ημέρα και την πρώτη δημόσια ανακοίνωση της απόφασης από τα μεγάφωνα στο χωριό της ιστορίας μας - η οποία πλέον δημιουργεί δεδικασμένο και λογικά θα προκαλέσει την άμεση αναθεώρηση του σχετικού νόμου - την περιγράψαμε λίγο πριν. Ο ίδιος ο Χ. που εδώ και μιάμιση ώρα βρισκόταν στον προθάλαμο του διοικητηρίου στο ισόγειο δεν ήξερε τίποτα για το ύψος της ποινής ούτε μπορούσε να φανταστεί ότι η θέση στον ηλεκτρικό δήμιο προοριζόταν γι’ αυτόν. Με το άκουσμα του ονόματός του από τα μεγάφωνα δύο ζευγάρια χέρια έσφιξαν απότομα γύρω από τα μπράτσα του. Η εμφάνιση του ωχρού από το φόβο προσώπου του στην πόρτα του διοικητηρίου, μετέτρεψε τους ψίθυρους του πλήθους σε φωνές αποδοκιμασίας που εντάθηκαν, όταν οι υπάλληλοι τον κάθισαν στην καρέκλα και τοποθέτησαν πάνω από το κεφάλι του τη μεταλλική υποδοχή. Την επόμενη ακριβώς στιγμή, οι φωνές έσβησαν σαν το κύμα της θάλασσας που υποχωρεί, σιωπή για λίγο, μέχρι ένα νέο κύμα, μελωδίας και στίχων, να σαρώσει την πλατεία, με όλους τους ανθρώπους εκεί να τραγουδούν με μια φωνή…

Υ.Σ. 1: Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα, καταστάσεις ή γνωστά λογοτεχνικά έργα μόνο συμπτωματική δεν είναι.

Υ.Σ. 2: Η χαριτωμένη ιστορία που μόλις διαβάσατε είναι άραγε αποκύημα νοσηρής φαντασίας, ένα αλληγορικό παραμύθι ή εικόνα από το ζοφερό μέλλον, έστω με την απαραίτητη δόση υπερβολής; Θα είμαστε έτοιμοι να το διαπραγματευτούμε κάθε Δευτέρα στον tripradio, 20:00 - 22:00, στο πλαίσιο της εκπομπής «Καλωσήρθατε στον 21ο Αιώνα (welcome to the 21st century)».

Γιώργος

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

PostHeaderIcon Λίγο πριν το τούνελ, ή ακριβώς μετά


Επιβάτες στο ίδιο τρένο. Στο ίδιο βαγόνι. Εστίασε και άλλο. Καθόμαστε σε διπλανές θέσεις. Κοιτάζουμε στο τίποτα, ή αλλιώς, εγώ αριστερά μου ένα πολύ συγκεκριμένο σημείο της λερωμένης μοκέτας του διαδρόμου και εκείνη έξω από το παράθυρο, τα χωράφια τα γυμνά από αγελάδες, από πρόβατα και από οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να τους προσδώσει κάποιο ενδιαφέρον. Μεγάλη προσπάθεια να μην συναντηθούν τα μάτια μας, όταν εγώ θα ψάξω με το βλέμμα μου για πρόβατα και εκείνη θα καρφώσει τα μάτια της (πράσινα ή καφέ άραγε;) στα χέρια του ελεγκτή που κρατά το εισιτήριο της και ετοιμάζεται να του τρυπήσει το αυτί. Όλη αυτή η ενέργεια που σπαταλούμε για να μην συναντηθούν τα βλέμματα μας, μοιάζει να προέρχεται από έναν φόβο ότι κάτι τραγικό θα συμβεί στην αντίθετη περίπτωση -σπίθες, φωτιά στις λιγδιασμένες κουρτίνες, ή ακόμη και εκτροχιασμός του τρένου.

Κάπου στην μέση του ταξιδιού ζητά συγνώμη χωρίς να με κοιτά και με παρακαλεί να παραμερίσω για να πάει στην τουαλέτα να αυτοκτονήσει. Ρωτώ αν θέλει βοήθεια (όχι γενικά, αλλά ειδικά) (όχι γιατί, αλλά αφού). Χαμογελά γλυκά και αρνείται ευγενικά (μάτια καφέ). Επιμένω, χωρίς να γνωρίζω ακριβώς τον λόγο που το κάνω. Ίσως μου αρέσει κάτι πάνω της. Μπορεί ο τρόπος που είναι ραμμένο το δεύτερο από πάνω κουμπί της ζακέτας της, σφιχτά περασμένη κλωστή, άπειρες φορές, χωρίς σύστημα, αλλά έτσι ώστε το κουμπί να μην μπορούσε να φύγει, ακόμη και αν ήταν μαθητής του Χάρυ Χουντίνι! Τελικά, αναγκάζεται να με αφήσει να την ακολουθήσω.

Στον διάδρομο, ρωτώ πώς σχεδιάζει να το κάνει. Απάντηση μονολεκτική και μάλλον στρογγυλή: «χάπια». Μέσα στην μικρή τουαλέτα ζητώ να δω τα χάπια με τρόπο που δεν φανερώνει κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή συναίσθημα. Το ίδιο αδιάφορα βγάζει από την τσέπη και αφήνει στο χέρι μου ένα πλαστικό σωληνάριο, που καθώς κουνιέται παράγει έναν κρουστό ήχο, σαν εισαγωγή σε πένθιμο εμβατήριο που το κυρίως θέμα του ακριβώς εκείνη τη στιγμή ξεκινά να αναπτύσσεται, με έναν ήχο μπουκωμένο και λευκό.

-«Τι είδους χάπια είναι;» (ανόητη ερώτηση)

-«Δυνατά» (απαθής απάντηση)

-«Εννοώ, τι υποτίθεται ότι θεραπεύουν.»

-«Την ζωή» μικρή παύση, συνεχίζει «με θάνατο.»

-«’Έχεις ξαναδοκιμάσει ποτέ τα συγκεκριμένα;»

-«Όχι, όμως πρέπει να είναι αποτελεσματικά. Ξέρω τρία άτομα που τα δοκίμασαν και δεν επέζησαν για να ισχυριστούν το αντίθετο.»

-«Ήξερες λοιπόν»

-«Ήξερα τι;»

-«Τρία άτομα»

-«Ω, ναι, υποθέτω»

-«Κοίταξε, δεν γνωριζόμαστε αλλά αν δεν σε πείραζε θα ήθελα να με άφηνες να σου δώσω εγώ τα χάπια. Μπορεί να σου φανεί από περίεργο μέχρι άρρωστο, όμως η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοια περιστατικά εξάπτουν την φαντασία μου και μου προσφέρουν μια ευχαρίστηση, που δεν περιμένω να καταλάβεις τώρα, αλλά δεν πρέπει να σε ενοχλεί κιόλας. Σε παρακαλώ!»

- «Ούτως ή άλλως, το ίδιο μου κάνει». Μάτια στο καπάκι του σωληναρίου, λευκό και στρογγυλό.

-«Ωραία λοιπόν», λέω με έκδηλο ενθουσιασμό, «πόσα λες να χρειάζονται;»

-«Τέσσερα φτάνουν, νομίζω»

-«Θα σου δώσω πέντε, για να είμαστε σίγουροι. Κλείσε τα μάτια σου και άνοιξε το στόμα». Ξεβιδώνω. Πέντε μικρά λευκά βότσαλα στην παλάμη μου. Όπως πλησιάζω το χέρι μου στο πρόσωπο της, την συμβουλεύω «δεν θέλω να τα καταπιείς αμέσως. Κράτησε τα για λίγο στο στόμα σου και μετά άφησε τα να κυλήσουν κάτω».

-«Εντάξει»

Στη συνέχεια τα αφήνω να πέσουν χωρίς θόρυβο στην γλώσσα της. Τα κρατά για λίγο εκεί και ακούω να χτυπούν μεταξύ τους και πάνω στα λευκά της δόντια. «Περίεργο, αλλά έχουν γεύση δυόσμο

-«Ναι, ε; Όχι μόνο σκοτώνουν, αλλά χαρίζουν και δροσερή αναπνοή!»

Καταπίνει. Ανοίγει τα μάτια της, με κοιτά πλαγίως, χαμογελά και λέει –«τα άλλαξες με καραμέλες, έτσι δεν είναι;»

Χαμογελώ επίσης.

-«Όχι καλή μου, θα πεθάνεις σε λίγο»

-«Α, σκέφτηκα ότι…» χαμόγελο που σβήνει, καθώς βγαίνω από την τουαλέτα, νιώθοντας τα καφέ της μάτια στην πλάτη μου.

Διασχίζοντας αργά τον διάδρομο επιστρέφω στο κουπέ και κάθομαι ευχαριστημένος στη θέση μου. Μετά μετατοπίζω το σώμα μου στην διπλανή θέση. Κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο βλέπω το τοπίο, αδιάφορο και πανομοιότυπο κάθε λεπτό που περνά. Μοιάζει να είναι αυτό που κινείται καθώς το τρένο στέκεται ακίνητο, με έναν μηχανικό τρόπο παρόμοιο με εκείνον που χρησιμοποιούσαν κάποτε στον ασπρόμαυρο κινηματογράφο. Μισοκλείνω τα μάτια και προσπαθώ να αποφασίσω: αν είχα 10 πρόβατα και 10 αγελάδες σε ποια σημεία θα τα τοποθετούσα; Φυσώντας την ανάσσα μου ζεστή στο τζάμι το θαμπώνω. Αυτό που εμφανίζεται αχνά στην λεία επιφάνεια και προβάλλεται πάνω στο διαρκώς επαναλαμβανόμενο τοπίο είναι δύο λέξεις: Deja Voodoo

www.tripradio.gr


Achilles

Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2010

PostHeaderIcon Γιώργος Κυριαζής @ tripradio.gr


Κύριοι και Κυρίες

Αυτή τη Πέμπτη και λίγο μετά τις δέκα το βράδυ ο Γιώργος Κυριαζής, βασικός πλέον μεταφραστής των βιβλίων του Thomas Pynchon (που οι φίλοι αυτής της εκπομπής γνωρίζουν καλά ότι είναι ένας από τους δώδεκα θεούς της) στα Ελληνικά, θα βρίσκεται στο studio του tripradio.gr για μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη αλλά και μια βουτιά στον έναστρο ωκεάνιο κόσμο της λογοτεχνίας του Commander που όπως οι ίδιοι φίλοι γνωρίζουν, είναι το όνομα που χρησιμοποιούμε μετά το τρίτο ποτήρι Jameson στο bar της Λυκαβηττού Low Profile όταν πίσω από τη μπάρα βρίσκεται ο Χρήστος και ειδικά εφόσον τη Μουσική στον ίδιο χώρο διαχειρίζεται ο Μάνος, ο οποίος θα φροντίσει η τρίτη αυτόματη παραγγελία να συμπέσει με την έναρξη του Singapore κομμάτι που έγραψε ειδικά για την περίπτωση και τραγουδά ο άσχημος πλην επιδέξιος αδερφός του Thomas Pynchon, Thomas Waits, με αφορμή κατά τα άλλα την πρόσφατη βράβευση του Γιώργου με το βραβείο μετάφρασης αγγλόφωνης λογοτεχνίας από το ΕΚΕΜΕΛ για τη μετάφραση του βιβλίου του Τόμας Πίντσον «Ενάντια στη μέρα». Στη συντροφιά των φίλων της Τύχης θα βρίσκονται όπως πάντα ο Όλεθρος Ηρακλής Desertnaut και η αλα Kim Novak ολέθριας ομορφιάς Ειρήνη Kinky Pinky. Εκτάκτως στη συντροφιά ο Βασίλειος Δρόλιας συντηρητής του καλύτερου Blog βιβλιοφιλίας ficciones.wordpress.com.

Για να προετοιμαστείτε καλύτερα για την ακρόαση της εκπομπής προτείνονται τα κάτωθι:

α. Επισκόπηση του http://pynchonikon.wordpress.com/ blog του Γιώργου Κυριαζή για τον Thomas Pynchon.

β. Ανάγνωση του http://ficciones.wordpress.com/2009/12/02 του Βασίλειου Δρόλια.

γ. Ανάγνωση του http://galera.gr/magazine/modules/articles/article.php?id=1041 του Ολέθρου Ηρακλή Desertnaut.

δ. Ακρόαση του http://www.youtube.com/watch?v=IHyYhyp0kTc&feature=related του Tom Waits.

ε. Προμήθεια ενός φλιτζανιού ντεκαφεϊνε εσπρέσσο, ποσότητας Jameson ισότιμης με τη χωρητικότητα τριών ποτηριών, μιας φιάλης εμφιαλωμένου νερού καθώς και ενός αντίτυπου του βιβλίου «Ενάντια στη Μέρα» του Thomas Pyncon σε μετάφραση του Γιώργου Κυριαζή από τις εκδόσεις καστανιώτη με σκοπό, μετά την ανάγνωσή του φυσικά, να το χαρίσετε όντας μεθυσμένος/η σε κάποια υπέροχη παρουσία με κομψή ενδυμασία και σθεναρές αντιστάσεις στις αμφιβόλου ηθικού περιεχομένου προτάσεις σας.

Φιλιά σε όλους

Cpt. Pep Friday, Πλατεία Leo Messi (πρώην Μάρκου Μπότσαρη) Ιλίσια, Αθήνα 5 Οκτώβρη 2010.

website

Listen (via e-radio)