Dustbowl, Going Down και η εποχή της μεγάλης ύφεσης
Κάπου στην έρημο Mojave, εσωτερικά του δρόμου των δρόμων, του Mother Road (Route 66) κατά τον John Steinbeck και ακριβώς δίπλα στις γραμμές του τρένου, υπάρχει ένας μέρος μικρό όσο δεν γίνεται περισσότερο. Εκεί, βρίσκεται το motel της Aunt Clara και του ανιψιού της Lennie ενώ από την άλλη μεριά των γραμμών, στέκεται αντικρυστά το βενζινάδικο με τις χειραντλίες του επιστήθοιυ φίλου του Lennie, George Milton.
Στην μικρή πανσιόν χασομεράει συνήθως και ο πιο γνωστός από τους εκεί πλάνηδες, ένας γνήσιος hobo, ο Woody Guthrie, όπου για το διάστημα αυτό δουλεύει σε μια μεταφορική πιλοτάροντας ένα παλιό μονοκινητήριο διπλάνο, που πίνει το καύσιμο όπως ο Woody το ουίσκι. Στη μπάρα του σαλούν, στο εισόγειο του μοτέλ, βρίσκουν καταφύγιο οι περαστικοί που περιδιαβαίνουν από την Ανατολή στη Δύση και πάλι πίσω. Εκεί μιλάνε για τα μεροκάμματα στους αγρούς των σταφυλιών της οργής, την οικονομική ύφεση, τη μαύρη θύελλα από σκόνη που δε λέει να κοπάσει και τις όμορφες γυναίκες που ταξιδεύουν με τις διπλανές παρέες.
Τσακώνονται συχνά, παίζουν χαρτιά αλλάζοντας μεταξύ τους με βρισιές και γροθιές τα σκουριασμένα φράγκα τους. Αφού η κούραση τους αναγκάσει να τα βρούν, διηγούνται ιστορίες για να ξεφορτωθούν τα βάρη τους μπας και την επόμενη ταξιδέψουν λίγο ξαλαφρωμένοι. Συμμορίτες αρκετοί από αυτούς μιλάνε για ζόρικους νταλαβερτζήδες και τα κατορθώματά τους. Κοφτά ονοματεπώνυμα υπογράφουν τις διηγήσεις, ας πούμε ένα Lil’ Mefisto. Κάπου και που κάποιος σπάει τη μονοτονία των χνωτικών ομιλιών με τον ήχο μιας μπουκωμένης φυσαρμόνικας ξορκίζοντας τους πικρόχολους που από παντού διαλαλούν ότι πάτο δεν έχει αυτή η κατηφόρα.
Μερικοί μένουν ξάγρυπνοι μέχρι το πρωί γιατί οι δύο φίλοι, για να διαφημίσουν το μέρος τους, διαδίδουν πως το πρωινό σηκώνεται τινάζοντας από πάνω του την σκόνη της ερήμου σε ένα βαθύ γαλανό ουρανό. Οι περισσότεροι δεν φεύγουν όμως και περιμένουν στην πανσιόν τη στιγμή, της οποίας η φήμη ταξιδεύει από την Οκλαχόμα μέχρι την Καλιφόρνια και στις δέκα ακριβώς τη νύχτα, τότε που το φαγητό, το ποτό και το χαρτί στερεύουν το μεροκάματο από τη τσέπη, τη στιγμή λοιπόν που θέλει τον μονόχειρα εργάτη της πανσιόν, Candy, να μπουκάρει φουριόζικα και με στεντόρεια φωνή, που κάνει τα μάτια του να πετάγονται μαζί της έξω, να παρακινεί ενθουσιάζοντας τους πάντες να βγουν έξω ουρλιάζοντας
THE TRAIN THE TRAIN, THE FREIGHT TRAIN
Μονομιάς όλοι ορμούν προς τα έξω να προλάβουν το θέαμα που από βαθιά μέσα στη νύχτα φέρνει το σφύριγμα και τα φώτα μιας πελώριας κοκκινόμαυρης λοκομοτίβας γρήγορα προς το μέρος τους. Το φορτηγό τρένο εμφανίζεται και σέρνοντας πεντακόσια μέτρα βαγόνια πίσω του κάνει τη γη να τρέμει και από τις δονήσεις τις ελπίδες των παρευρισκομένων, για καλύτερες μέρες, να ξεχειλίζουν. Όταν το τρένο σφυρίξει ξανά και το τελευταίο βαγόνι θα περνά, στην άλλη μεριά των γραμμών ένα διαλυόμενο σύννεφο καπνού θα αποκαλύπτει τους Dustbowl, την μπάντα μουσικών από την Ανατολή που πιστή στο ραντεβού της θα παίξει ζωντανά τα τραγούδια της σε εκείνη την ίδια πανσιόν στη μέση του πουθενά, που είναι ταυτόχρονα και ένας σταθμός από το πρόβλημα στο πρόβλημα που δεν ξέρουν ακόμα, μπροστά στους παρίες, τους πλάνηδες, τους μοναχικούς ταξιδιώτες, τους hobos που περιμένουν πως και πως αυτή τη στιγμή σαν μοναδική τους διασκέδαση, στην παραμονή τους, ταξιδεύοντας προς τη λύση, στην εποχή της μεγάλης ύφεσης.
Sparky Friday (Αγία) Πετρούπολη, 21 Ιανουαρίου 2010
Η ιστορία βασίζεται στους τίτλους των τραγουδιών του καινούργιου δίσκου της εξαιρετικής μπάντας Dustbowl, Going Down και στις διηγήσεις του ερημοναύτη (desertnaut.wordpress.com) , του μοναδικού ανθρώπου που γνωρίζω και έχει ταξιδέψει στις λατρεμένες ερήμους της Αυστραλίας, της Αμερικής και της Δυτικής Αφρικής.
Σήμερα ζωντανά στο studio του tripradio.gr στις 10 η στιγμή που The Freight Train Sounds Ramblers : Ladies and Gents The Dustbowl. Hell yeah.
Εδώ Θησείο
Παράνομη ακρόαση ραδιοφώνου
Εδώ Λονδίνο
Ήσαν πολλοί μέσα στο δωμάτιο κι είχαν όλοι ύφος βλοσυρό κι ανήσυχο. Ατμόσφαιρα μυστηρίου. [...] Ήταν κλειστή κι η πόρτα του χωλλ. Θεόκλειστα ήταν τα πατζούρια κι οι τρύπες και οι χαραμάδες. Έσβυσαν και τα φώτα όλα [...] κι αν ήσαν μαζεμένοι εκεί κι έπαιρναν τόσα μέτρα ασφαλείας, είχαν όλα τα δίκια του κόσμου γιατί πραγματικά επρόκειτο να κάμουν έργο ριψοκίνδυνο. Ν' ακούσουν ραδιόφωνο! Έγκλημα φοβερό που οι κατακτητές μας τιμωρούν σκληρά. Ρητές και κατηγορηματικές είναι οι διαταγές, κανείς να μην ακούη άλλους σταθμούς απ' τους γερμανικούς. Κι όμως ολόκληρη η Αθήνα μαζεύεται το βράδυ και τεντώνει το αυτί. Ησυχία. Αγωνία. Και περιμένομε όλοι. Μπροστά στο ραδιόφωνο είχε στρωθεί ο αρχισυνωμότης. Ηλικία ακαθόριστη. Τύπος της εποχής. ’λλοτε ίσως άνθρωπος, τώρα τσίρος, αν κρίνεις απ' το λαιμό του που αναδύεται σαν σπίρτο μέσα απ' το κωμικοτραγικά φαρδύ κολλάρο του. Πρόσωπο μακρουλό, φορά γυαλιά, έχει φαλάκρα και είναι ριψοκίνδυνος. Μια χερούκλα απλωμένη και με τις άκρες των δαχτύλων κρατάει και παίζει το κουμπί τρεμουλιαστά. [...] Τι περιμένει ν' ακούσει; Ό,τι περιμένουν κι οι άλλοι που σκύβουν εναγώνια πάνω στο ραδιόφωνο -ν' αρπάξουν μια είδηση παρηγοριάς. Ησυχία, είπαμε. Αναμονή. Τι θα πει απόψε το Λονδίνο; Μόνο το μικρό φωτάκι της λαμπίτσας του ραδιοφώνου χύνεται στα πρόσωπα και φτιάχνει γύρω ατμόσφαιρα υποβολής και μυστηρίου. Γουργουρίζει, σφυρίζει, ορύεται κι ύστερα νάτο το σήμα και νάτην η γνώριμη φωνή: -Εδώ Λονδίνον!... Συγκίνηση. Δεν υπάρχουν πια ούτε άνθρωποι, ούτε πρόσωπα, ούτε αναπνοές, ούτε ένα κιχ-παρά μονάχα αυτιά. Αυτιά μεγάλα, μικρά, τριχωτά, χοντρά, ρόδινα, αυτουλάκια, αυτουλάρες, τεντωμένα και γυρισμένα όλα στη φωνή που έρχεται απ' τα πέρατα του κόσμου. Αυτιά και μόνο αυτιά. Αυτιά στον αέρα, στους τοίχους, στο τραπέζι, στις καρέκλες, στον μπουφέ, στον καναπέ, αυτιά διψασμένα που ρουφούν την κάθε λέξη. Μιλάει το Λονδίνον.
Δημήτρης Ψαθάς, Χειμώνας του '41,
Αν η ανάγνωση της πρωινής εφημερίδας είναι για τον αστό η πρωινη προσευχή κατά τον γερμανό εξαίσιο φιλόσοφο Hegel και αν ίσως η βραδυνή ακρόαση ραδιοφώνου είναι η φυσική συνέχεια του ίδιου θρησκευτικού τελετουργικού τότε ο παράδεισος ως χώρος αντίληψης, πνευματικής διέγερσης και ψυχικής τέρψης είναι εδώ. Στο ραδιόφωνο του tripradio.gr σήμερα μια όχι και τόσο προβεβλημμένη αστική επικαιρότητα παρουσιάζεται με ηχητική επένδυση από την πρόσφατη δισκογραφία των Dirty Projectors, Johanna Newsom, Tune-Yards και Neko Case.
Sparky Friday (Αγία) Πετρούπολη 7 Ιανουαρίου 2009
*Ο πίνακας που προβάλλεται είναι έργο του σημαντικού ζωγράφου Διαμαντή Σταγγίδη
Shoot/Get Treaure/Repeat
Υπάρχουν εκατομμύρια αστέρια στον ουρανό ακόμα και τις νύχτες με πανσέληνο. Αν χαζέψεις λίγο εκεί ψηλά θα συνειδητοποιήσεις ότι τα πάντα γύρω μας είναι ένα υποσύνολο που ανήκει σε κάτι γενικότερο, σε κάτι πιο μεγάλο. Την δεκαετία που μας πέρασε κάποια υποσύνολα ενοποιήθηκαν και τότε έννοιες όπως παγκοσμιοποίηση, νέα τάξη πραγμάτων και τρομοκρατία έκαναν την εμφάνισή τους. Υποσύνολα όπως η κοινωνία ακόμα και η οικογένεια εκλήθησαν να εντάξουν νέους κανόνες συμπεριφοράς επηρεαζόμενα από αυτή την αλλαγή. Εξάλλου όλες οι δομημένες από τον άνθρωπο ομάδες, πέρα από τους "εσωτερικούς" τους κανόνες εντάσσουν στους κόλπους τους και γενικότερες συμπεριφορές
Shoot/ Get treasure/Repeat. Ένα περίεργο τρίπτυχο. Τέσσερα μονόπρακτα με κοινή λογική. Οι ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές κάτω από το πρίσμα της νέας εποχής. Άνθρωποι που προσπαθούν μάταια να περιχαρακώσουν την αγάπη τους, την οικογένεια τους, την ηρεμία τους και την ανάγκη τους να αγαπηθούν από μια σκληρή κοινωνία. Χτίζουν όσο πιο ψηλά μπορούν τα τείχη γύρω τους και πολλές φορές ξεχνούν απέξω αγαπημένα πρόσωπα ή ακόμα και κομμάτια του ίδιου τους του εαυτού. Αφορμή η 11η Σεπτεμβρίου και ο φόβος της τρομοκρατίας που έφερε στη ζωή των δυτικών αστικών κέντρων το φόβο του ξένου και του διαφορετικού. Μια συγκυρία που την δεκαετία που πέρασε άλλαξε ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Ηθικός αυτουργός ο Mark Ravenhill που το 1996 έμαθε στους Αθηναίους το μεταμεσονύκτιο θέατρο με το shopping and fucking. To SHOOT/ GET ΤREASURE/ REPEAT ανέβηκε πρώτη φορά το 2008 με εξαιρετικές κριτικές και αρκετά βραβεία. Εδώ και λίγο καιρό φιλοξενείται και στην Αθήνα στο Θέατρο ΣΥΝΕΡΓΕΙΟ(Κολωνού 31, Μεταξουργείο). Ίσως ο καταλληλότερος χώρος στην πόλη για να φιλοξενήσει ένα τέτοιο έργο. Ένα industrial διώροφο σκηνικό με τον θεατή σχεδόν στο επίκεντρο και τους ηθοποιούς μια ανάσα μακριά. Εκπληκτική η δουλειά στα φώτα που τονίζουν ιδιαιτέρως εύστοχα τις δραματουργικές κορυφώσεις του κειμένου. Οι ερμηνείες στο σύνολό τους αρκετά καλές μιας και οι γρήγορες εναλλαγές από το ένα μονόπρακτο στο άλλο δεν βοηθούν σε λίγες ευτυχώς περιπτώσεις το έργο τους. Συνολικά όμως μιλάμε για μια εξαιρετική προσπάθεια από νέους ανθρώπους με πολύ όρεξη και μεράκι.
Σκηνοθεσία: Γιολάντα Μαρκοπούλου, Λίλλυ Μελεμέ
Μετάφραση: Άρης Αρμαγανίδης
Σκηνικά/Κοστούμια: Αλεξάνδρα Σιάφκου
Μουσική: Λύσανδρος Φαληρέας
Φωτισμοί: Ηλέκτρα Περσελή
Τεχνικός Διευθυντής: Αριστοτέλης Καρανάνος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Βιολέττα Γύρα
Διεύθυνση Παραγωγής: Αγγέλα Κυριακού
Βοηθός Παραγωγής: Ρένα Βουτσινά
Παίζουν: Μαρία Αιγινίτου, Στέλιος Ανδρονίκου, Άννα Κουτσαφτίκη, Γιώργος Στάμος, Χάρης Χαραλάμπους
Ημέρες και ώρες παραστάσεων
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, Δευτέρα, 9.15 μ.μ.
Τιμές εισιτηρίων
15 ευρώ, 12 ευρώ (φοιτητικό)
Αρχειοθήκη ιστολογίου
-
►
2012
(1)
- ► Ιανουαρίου (1)
-
►
2011
(44)
- ► Δεκεμβρίου (1)
- ► Φεβρουαρίου (9)
- ► Ιανουαρίου (10)
-
▼
2010
(57)
- ► Δεκεμβρίου (21)
- ► Σεπτεμβρίου (2)
- ► Φεβρουαρίου (1)
-
►
2009
(79)
- ► Δεκεμβρίου (5)
- ► Σεπτεμβρίου (4)
- ► Φεβρουαρίου (10)
- ► Ιανουαρίου (13)
-
►
2008
(11)
- ► Δεκεμβρίου (11)